30.5.09

Ντεκονστράκτιον – τα έφαγε τα ψωμιά του

Posted in by Ελένα Μπαμπούσκα | Edit


Ονειρευόμουνα ότι χιόνιζε και είχαν γίνει όλα άσπρα και έκανε πολύ κρύο. Με ξύπνησε η μπουλντόζα από το κρύο και το όνειρο. Άνοιξα το παράθυρο και με έπνιξε η σκόνη. Τα ντουβάρια έπεφταν βροχή. Γκρεμίζουν το κτίριο απέναντι. Καλά κάνουν, μια παλιά αποθήκη βιοτεχνίας σωβρακοφανέλων ήταν.

Είναι και ένας αρχιτέκτονας που λέει ότι κακώς το γκρεμίζουν και θα έπρεπε να το επαναχρησιμοποιήσουν γιατί έχει λέει χαρακτήρα. Εγώ δεν τον βλέπω και σκέφτομαι ότι καλά κάνουν που το γκρεμίζουν. Έχει μείνει σχεδόν μόνο η πρόσοψη. Δεν είναι ωραίο θέαμα όμως. Ένα κτίριο όπως και να είναι, επιβάλλεται στο χώρο του. Κάποτε ήταν καινούριο, δούλευε κόσμος μέσα του, ανέπνεε και τώρα του ξύνουν την πλάτη και ένα ένα τα δομικά του στοιχεία καταρρέουν, χωρίς αντίρρηση.

Μελαγχολικά μπάζα και αποπνιχτική σκόνη.


25.5.09

Κανείς δε μπορεί να υποκριθεί την απόλαυση.

Posted in by Ελένα Μπαμπούσκα | Edit

Το πρώτο παγωτό, το πρώτο μπάνιο στη θάλασσα κάθε καλοκαίρι, η ζεστασιά του ήλιου που σε βρίσκει κάτω από τη σκιά ενός δέντρου, η ανακάλυψη κάτι εντελώς καινούριου, η καλοσύνη των ανθρώπων, ο έρωτας, μια βόλτα με ποδήλατο, το χαμόγελο ενός αγνώστου.

Υπάρχουν τόσα πράγματα που κατακλύζουν τη φάτσα μας με γραμμές ευτυχίας και κάνουν τα μάτια μας να λάμπουν. Δε μπορείς να τα κρύψεις ούτε να τα αποφύγεις, απλά παραδίδεσαι και απολαμβάνεις, όπου και να 'ναι το μυαλό.

18.5.09

Loss of an eye: 100

Posted in by Ελένα Μπαμπούσκα | Edit

Αυτό είναι. Δε πάει άλλο, σε λίγο η κάσα της πόρτας θα έχει στενέψει τόσο από τη δίαιτα που δε με αφήνει να βγω. Πρέπει αν φύγω τώρα. Αναστάτωσα όλο το σπίτι αλλά τελικά το βρήκα, το σατέν κάλυπτρο για το μάτι μου. Πέρασα με θράσος την κάσα της πόρτας.

Ενώ κατέβαινα τα σκαλιά του κτιρίου δυο δυο, η αποφασιστικότητα και ο ενθουσιασμός της φυγής μου γυάλιζαν στο καλό μου το μάτι. Όταν όμως έφτασα στην άκρη του πεζοδρομίου, το μάτι μου σκοτείνιασε και ο φόβος με ταρακούνησε και κάθε τρίχα στο σώμα μου σηκώθηκε σα κύμα αλαφιασμένων καραφλών οπαδών σε τελικό κυπέλου. Που πάω? Δε ξέρω τι είναι εκεί. Καλά δεν ήμουνα στο σπιτάκι μου? Τηλεόραση βέβαια δεν είχα, αλλά η αποχαύνωση δε μου έλειψε ποτέ.

Μα τώρα ήταν αργά, δε μπορούσα να γυρίσω πίσω, κατέβηκα και πρέπει να φύγω. Ένιωσα ελευθερία, είχα τόσες επιλογές και μόνη δέσμευση την βαρύτητα. Δεν ήξερα κατά που να κάνω. Να πάω στο ποτάμι να δω τις κοπέλες να ξεπλένουν ασπρόρουχα? Να πάω στο καφενείο να παίξω πρέφα με το δάσκαλο και τον παπά? Να πάω στο λιμάνι να ανάψω καμιά φωτιά? Να πάω στον τάφο του Μάικλ να κλάψω? Να πάω στην αγορά να κλέψω καμιά καινούρια σέλα να καβαλάω? Να πάω στο διάολο? Δε ξέρω.. κάπου θα πάω όμως.



11.5.09

Με πόνεσαν τα μάτια μου..

Posted in by Ελένα Μπαμπούσκα | Edit


..και έχω έναν τρελό πονοκέφαλο που πρέπει να βγει από το κεφάλι μου, οπωσδήποτε.
10.5.09

Ωδή στη δύσκολη στιγμή

Posted in by Σούλα Φρίκη | Edit



Σε αφεντικό, πατέρα, πωλητή, πρώην, δάσκαλο, διαχειριστή, μαυρογιαλούρο νομάρχη, ελεγκτή, αστυνόμο, ντακότα, έχοντα μπάρμπα κορωνιώτη, κοτσομπόλη θείο, σούπερ-μάρκετ Κωλομερόπουλου, γνωστέ κινέζε περιπτερά:
Μπορούμε KAI από τον κώλο.

Prisoners of our own device

Posted in by Ελένα Μπαμπούσκα | Edit
Δέσμιος της επιθυμίας
Σκλάβος της αγάπης
Εγκλωβισμένος στο είναι του
Περιορισμένος από το παρελθόν

Τα σίδερα και οι αλυσίδες δίνουν χρώμα στα λουλούδια και άρωμα στο χώμα μετά τη βροχή.
Χωρίς την φυλακή του, δε θα ένιωθε πια.

Ποιος αντιλαμβάνεται την έννοια της ελευθερίας? Ποιος είναι ελεύθερος?
Είμαστε ανίκανοι για ελευθερία, από την ίδια μας τη φύση.
2.5.09

EDGAR ALLAN POE

Posted in by Ελένα Μπαμπούσκα | Edit
Ένα όνειρο μέσα σ’ όνειρο

Δέξου τούτο το φιλί στο μέτωπο

Κι όσο χωρίζω από σένα

τόσο άσε με να ομολογώ

δεν έχεις άδικο να λες

πως οι μέρες μου υπήρξαν ένα όνειρο

κι αν η ελπίδα χάθηκε

σε μια νύχτα ή μια μέρα

σε ένα όραμα ή κανένα

είναι γι’ αυτό λιγότερο χαμένη;

ότι θωρούμε ή θεωρούμε

είναι μόνο ένα όνειρο μέσα σ’ όνειρο


στέκω μέσα στη βουή

μιας ακτής από τα κύματα βασανισμένη

και κρατώ μέσα στη χούφτα μου

κόκκους χρυσαφένιας άμμου

μονάχα κόκκους, που γλιστράνε

μέσα από τα δάχτυλά μου στο άπειρο

ενώ κλαίγω και θρηνώ

θεέ μου, δε μπορώ να τους κρατήσω

λιγάκι πιο σφιχτά;

θεέ μου, δε μπορώ να σώσω

ούτε έναν από το άσπλαχνο το κύμα;

Είναι ότι θωρούμε ή θεωρούμε

Μόνο ένα όνειρο μέσα σ’ όνειρο;


Αν βρει κανείς καλύτερη μετάφραση να μου την τρίψει στην οθόνη.